Οι Εξωεταιρικές ή Παραεταιρικές Συμφωνίες (Shareholders’ Agreements) είναι οι γραπτές συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ των μετόχων ή των εταίρων μίας εταιρίας και αφορούν τη λειτουργία της. Αποτελούν έναν θεσμό ιδιαίτερα διαδεδομένο στο εξωτερικό με πολλές χώρες να τον έχουν εντάξει στη νομοθεσία τους προβλέποντας ακόμα και το περιεχόμενο που αυτές πρέπει να έχουν. Αντιθέτως, στην Ελλάδα ο έλληνας νομοθέτης δεν έχει προβλέψει κάποια ειδική διάταξη που να ρυθμίζει τον εν λόγω θεσμό, ενώ στη Νομολογία μας συναντούμε ελάχιστες αποφάσεις.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΕΞΩΕΤΑΙΡΙΚΩΝ ΣΥΜΦΩΝΙΩΝ
To περιεχόμενο αυτών των συμφωνιών ποικίλει και διαμορφώνεται ελευθέρα από τη βούληση των εταίρων οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να συμφωνήσουν για θέματα πρακτικά, για τα οποία δεν υπάρχει πρόβλεψη στο καταστατικό της εταιρίας ή ακόμα και να διαμορφώσουν μια κατάσταση διαφορετική από αυτή που προβλέπει το καταστατικό.
Στην Ελλάδα, όπως αναφέρθηκε, σε αντίθεση με άλλες χώρες του εξωτερικού ο νομοθέτης δεν έχει προβλέψει ούτε έχει εντάξει τις εν λόγω Συμφωνίες στην Ελληνική Εμπορική νομοθεσία, γεγονός που σημαίνει πως για αυτές θα εφαρμοστούν οι γενικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα , ενώ το περιεχόμενό τους διαμορφώνεται από τους εταίρους με βάση την αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων.
Ενδεικτικά, στην πρακτική, οι Εξωεταιρικές Συμφωνίες συνήθως ρυθμίζουν θέματα ψήφου σε μία εταιρία, θέματα διαχείρισης, άσκησης εσωτερικής πολιτικής αλλά και λήψης αποφάσεων με οικονομικό αντίκτυπο.
Όσον αφορά το δικαίωμα ψήφου, μπορεί το σύνολο των εταίρων ή και μια ομάδα αυτών να συμφωνήσει τη χάραξη κοινής πολιτικής κατά τις ψηφοφορίες στις Γενικές Συνελεύσεις, αποφασίζοντας από κοινού και από πριν το τι θα ψηφίσει σε αυτές. Από την άλλη σύνηθες είναι το φαινόμενο τέτοιες συμφωνίες να αποκλείουν το δικαίωμα ψήφου ενός ή περισσότερων εταίρων/μετόχων, καθιστώντας έτσι μία τέτοια συμφωνία ένα αποτελεσματικό μέσο ελέγχου της εταρίας.
Επιπλέον, μέσα από αυτές τις Συμφωνίες είναι δυνατόν να ληφθούν αποφάσεις που αφορούν τη διαχείριση και την εκπροσώπηση της εταιρίας. Είναι επίσης σύνηθες φαινόμενο να προβλέπεται το δικαίωμα προτίμησης σε περίπτωση εξόδου ενός από τους υπογράφοντες εταίρους/ μετόχους. Συμφωνείται δηλαδή πως εάν κάποιος από τους εταίρους /μετόχους αποχωρήσει από την εταιρία υποχρεούται πρώτα να ενημερώσει και να κοινοποιήσει στους εταίρους/μετόχους την έξοδό του καθώς και το χρηματικό ποσό-προσφορά το οποίο απαιτεί για την εξαγορά των εταρικών μεριδίων του/μετοχών του. Η γνωστοποίηση της προσφοράς στους τρίτους επέρχεται μόνο εφόσον δεν υπάρξει ενδιαφέρον από κάποιον μέτοχο/εταίρο.
ΕΞΩΕΤΑΙΡΙΚΕΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ
Το καταστατικό της εταιρίας αποτελεί την πράξη που ρυθμίζει τη λειτουργία της, ενώ οι διατάξεις που περιέχει έχουν «οιονεί» κανονιστικό χαρακτήρα. Σκοπός των Εξωεταιρικών Συμφωνιών είναι η συμπλήρωση του καταστατικού μέσω συμφωνιών που δεν έχουν αποτυπωθεί στις διατάξεις του καταστατικού ή δεν μπορούν να προβλεφθούν σε αυτό. Ζήτημα προκύπτει στις περιπτώσεις όπου οι διατάξεις των Εξωεταιρικών Συμφωνιών έρχονται σε αντίθεση με τις προβλέψεις του καταστατικού.
Παρόλο που στην Ελλάδα, όπως ήδη αναφέρθηκε, η νομολογία είναι ελάχιστη επί του θέματος πάγια θέση των δικαστηρίων είναι πως οι διατάξεις του καταστατικού λόγω του «οιονεί» κανονιστικού του χαρακτήρα σε συνδυασμό με το γεγονός πως αυτό αποτελεί συστατική πράξη για την οποία απαιτείται και δημοσίευση, υπερέχουν έναντι των συμφωνιών μεταξύ των μετόχων/εταίρων.Οι Εξωεταιρικές Συμφωνίες δηλαδή περιορίζονται στον ενοχικό τους χαρακτήρα και η παραβίαση των συμφωνηθέντων δημιουργεί την αξίωση για αποζημίωση όπως θα αναφερθεί στη συνέχεια χωρίς να τίθεται θέμα ακυρωσίας των αποφάσεων ή των πράξεων που έρχονται σε αντίθεση με τα όσα προβλέπουν.
Παρόλα αυτά, έχει υποστηριχθεί πως σε ορισμένες περιπτώσεις όπου το εταιρικό συμφέρον προκρίνεται, το περιεχόμενο μίας Εξωεταρικής Συμφωνίας μπορεί να οδηγήσει σε ακυρότητα απόφασης της Εταιρίας ακόμα και αν αυτή δεν παραβιάζει διάταξη του καταστατικού. Έχει υποστηριχθεί δηλαδή η άποψη πως όταν μια Εξωεταιρική Συμφωνία υπογράφεται από όλους τους μετόχους/εταίρους και εντός αυτής συμφωνείται η ψήφιση μιας συγκεκριμένης πρότασης σε ψηφοφορία της Γ.Σ , η παραβίαση του περιεχομένου της από κάποιον μέτοχο/ εταίρο δημιουργεί το δικαίωμα στους αντισυμβαλλόμενούς του εταίρους/μετόχους να επιδιώξουν δικαστικά την ακύρωση της απόφασης της Γ.Σ.
ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΡΗΤΡΕΣ
Όπως αναλύθηκε παραπάνω, ο χαρακτήρας των Εξωεταιρικών Συμφωνιών είναι ενοχικός και επομένως η παραβίαση των όρων που θέτει από τα συμβαλλόμενα μέρη δημιουργεί αξίωση για αποζημίωση. Στην πράξη ωστόσο, λόγω της φύσης του περιεχομένου των Συμφωνιών αυτών, η αποτίμηση της ζημίας σε περίπτωση παράβιασης κάποιας διαταξής τους είναι δύσκολο να αποτιμηθεί χρηματικά.
Για το λόγο αυτό πάγια τακτική των εταίρων/μετόχων είναι ο ορισμός ποινικών ρητρών με ακριβή προσδιορισμό του ποσού που θα οφείλει το συμβαλλόμενο μέρος σε περίπτωση που δεν τηρήσει τα όσα έχουν συμφωνηθεί. Με αυτόν τον τρόπο τα συμβαλλόμενα μέρη γνωρίζουν ακριβώς την αποζημίωση που θα κληθούν να καταβάλλουν και την αποδέχονται. Με τις ρήτρες αυτές επομένως ενδυναμώνονται σαν θεσμός οι Εξωεταιρικές Συμφωνίες και ενισχύεται η δεσμευτικότητά τους.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Οι Εξωεταιρικές Συμφωνίες αποτελούν ένα πολύ σημαντικό μέσο ρύθμισης των λειτουργιών και των σχέσεων μιας εταιρίας. Οι μέτοχοι/εταίροι έχουν τη δυνατότητα συμπληρωματικά με τις διατάξεις του καταστατικού να συμφωνήσουν και να προβλέψουν διατάξεις απαραίτητες για την εύρυθμη και απρόσκοπτη λειτουργία της εταιρίας, αποφεύγοντας έτσι τα προβλήματα που θα προέκυπταν από τα ενδεχόμενα «κενά» στον νόμο ή το καταστατικό.
Η Nexus Law Firm αναλαμβάνει τη σύνταξη Εξωεταιρικών Συμφωνιών αλλά και την ορθή νομική καθοδήγηση των πελατών μας ως προς το περιεχόμενό τους, έτσι ώστε αυτό να καλύπτει πλήρως τις ανάγκες μιας εταιρίας, προστατεύοντας έτσι τα συμφέροντά τόσο της εταιρίας όσο και των εταίρων /μετόχων της.